Σπύρου Κίκερη
ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΓΡΑΦΟΜΕΝΩΝ ΜΟΥ
«Σε Ταξίδι με Γυρισμό!»
Πριν λίγες μέρες, σχετικά με ένα μου ταξίδι, κάπου μεταξύ ρεαλιστικής και μεταφορικής γραφής, έγραφα:
«Σε ταξίδι χωρίς γυρισμό, ταξιδεύω με κόντρα καιρό!
Συμπληγάδες στο δρόμο περνώ και παλεύω σκληρά να σωθώ!
Σε ταξίδι χωρίς γυρισμό, ταξιδεύω με κόντρα καιρό!
Τις πληγές μου στο δρόμο μετρώ κι’όλο λέω πίσω πια, δε γυρνώ!»
Όμως τώρα αισθάνομαι αδήριτη την ανάγκη αναθεώρησης, ανασκευής θα έλεγα των γραφομένων μου, επί το ρεαλιστικότερο, σε σχέση μ’αυτά που ένιωθα αρχικά στον φυγεμό:
«Σε ταξίδι χωρίς γυρισμό, επιστρέφω, καρδιά μου θα πω
πόνους κι’όρκους, που πήρα ξεχνώ, το κουμάντο δεν το’χω εγώ!»
Ίσως τα λόγια μου και πάλι μοιάζουν ότι λέγονται μεταφορικά, όμως όχι, είναι περισσότερο ρεαλιστικά και αυθεντικά από ποτέ!
Ναι, οι πιο πολλοί πιστεύουμε λαθεμένα πως είμαστε «πηδαλιούχοι» του σκάφους του Εαυτού μας! Λάθος, λάθος οικτρό από εντυπώσεις πλάνης, πλάνης κυρίαρχης και δήθεν άτρωτης!
Στο διάβα της ζωής μας, σε τούτο το μοναδικό κι’αδιάκοπο ταξίδεμα, άλλος! Όχι, «άλλη» για ν’ακριβολογούμε, το τιμόνι του εαυτού μας κρατά και μας πάει άλλοτε ευθεία, άλλοτε δεξιά, άλλοτε αριστερά και όπου αυτή γουστάρει, γουστάρει κι’αγαπά, χωρίς να μας ρωτά!
Βάσει ποίων παραμέτρων εκείνη οδηγεί; Άλλοι παράμετροι σε μας άγνωστοι, άλλοι, ημιάγνωστοι, άλλοι διαισθησιακοί, άλλοι απόκρυφοι, άλλοι κρυφοί κι’άλλοι σίγουρα υπαρκτοί και συνειδητοί!
Το όνομα της οδηγού και «πηδαλιούχου» «Μοίρα» κι’ ας ευχόμαστε όλοι, μα όλοι αν μη τι άλλο, να μην είναι «κακομοίρα!» Ας γίνουμε όμως σαφέστεροι όσο γίνεται και όσο τα προσχήματα επιτρέπουν!
Ταξίδευα και σε όλη, μα όλη τη διαδρομή, είχα σταθερά πάνω και αριστερά, με φόντο το γαλάζιο Ουρανό, που τον έβλεπα γκρίζο και σκυθρωπό, τρία μοναδικά πλασματάκια, το ένα πλάι στ’άλλο, περίεργα να με κοιτούν, να μου μιλούν κι’ακόμα με παράπονο ευθύνες να μου ζητούν!
Ήταν ο καλός μου «Κόκκος ή Πίπης» ο γλυκός μου και ανυπέρβλητος παπαγάλος μου, αυτός που κάποτε με πήραν μ’ένα φορείο να με προλάβουν, κι’εκείνος ωρύονταν «Πού τον πάτε το Μπαμπά μου!» Δέκα εννέα χρόνια είμαστε μαζί!
Ήταν η γλυκιά μου γατούλα, η Γιουγιού μου, που τη μάζεψα από το δρόμο και δεν έχει εδώ και τρία χρόνια, πώς να μου πρωτοβγάλει την υποχρέωση!
Και ήταν η γλυκιά μου «Σίντυ», η πολυαγαπημένη μου σκυλίτσα, που διανύει το 18ο έτος της όποιας διαδρομής της, στο οδοιπορικό της ζωής της! Το πλάσμα που μου έδωσε τα πιο πολλά διδάγματα στη ζωή μου απ’οποιονδήποτε άλλον! Το πλάσμα για το οποίο έγραψα!
«Εμένα η Αγάπη μου δεν είναι Ανθρωπάκι
πνιγμένο μεσ’τα λάθη του, πνιγμένο μεσ’τα πάθη!
Εμένα η Αγάπη μου είναι είν’ένα αγγελάκι
σε κοινωνία πρόστυχη, σε κοινωνία σκάρτη!
Εμένα η Αγάπη μου, Θεούλη μου νισάφι
δεν φτιάχτηκε από πηλό, μ’από αγνό χρυσάφι!
Εμένα η Αγάπη μου είναι ένα σκυλάκι
που το φωνάζω Σίντυ μου, χαϊδευτικά Σιντάκι…..!
Για να γράψω παρακάτω στο ίδιο θέμα λόγια, που μου σπαράζουν τη ψυχή κάθε που τα θυμάμαι!
«…Δεν ανέχομαι πια Σίντυ τούτο τον καημό
Βόηθα να σε ξεπεράσω, πριν να χάσω το μυαλό!
Γίνε λίγο Ανθρωπάκι σε θερμοπαρακαλώ
Πριν αρχίσω αγαπούλα αντιστρόφως να μετρώ!
Δεν ανέχομαι πια Σίντυ στον καθρέφτη να κοιτώ
κι’ένα είδωλο να βλέπω, ειδεχθές και ποταπό
μ’ένα σύνδρομο σα βρόχο, περασμένο στο λαιμό
και να μου καυχιέται Σίντυ, ότι μοιάζει στο Θεό…..!»
Και τώρα πώς να ησυχάσω, πώς να ηρεμήσω, που την ένιωθα να μου λέει «Γιατί με άφησες; Γιατί; Τώρα μ’άφησες που είμαι γριούλα στα 85 μου; Εσύ που δε μ’άφηνες ούτε στις πτήσεις σου; Εσύ που με πήγες παντού μέχρι την Κάλυμνο και την «Τέλενδο;» Τώρα μ’άφησες που σ’έχω τόσο ανάγκη και τόσο σ’αγαπώ;»
Πόσες φορές δάκρυσα, δε θυμάμαι, ευτυχώς που τα δάκρυα της ψυχής δε φαίνονται! Της είπα κάποια λόγια ψιθυριστά! «Είμαι εδώ, πάντα εδώ και την ύστατη ώρα θα’μαι εδώ το χεράκι σου να κρατώ μέχρι ν’ανταλλάξουμε τον τελευταίο ασπασμό!» Αν και δεν ακούει, είμαι σίγουρος πως τα κατάλαβε, το επιβεβαίωσε με το γλωσσάκι, στην πιο ευγενική της χειρονομία!
Η αλήθεια είναι ότι σπάνια την άφησα, κατά κανόνα την έπαιρνα και τότε που πέταγα, σπάνια ερασιτέχνης πιλότος θα βάλει τις ώρες, που εκείνη έβαλε! Την πήρα τον Ιούνιο του 1999, μετά από ένα ταξίδι στα Σύβωτα, όπου στο ξενοδοχείο που καθόμουνα, ο ξενοδόχος είχε ένα αντίστοιχο, που τόσο θαύμασα!
Την αγαπούσα Θεέ μου τόσο πολύ, που μόνον λίγοι, πολύ λίγοι μπορούν να καταλάβουν! Η μόνη ενοχή που νιώθω είναι ότι πορεύτηκε ορφανή από Μανούλα και είναι Θεέ μου, τόσο Κοινωνική!
Όμως, για να επανέλθουμε στο θέμα μας, είχα τόση ανάγκη να ξεκουραστώ, στο ταξίδι αυτό, είπα να καθίσω τρεις, τέσσερες μέρες, σε χώρο που με ενέπνεε ποικιλότροπα! Δεν μπόρεσα, γύρισα την επομένη! Δεν κάθισα παρά λιγότερο από 24 ώρες, παρά του ότι τα στήθη μου γέμισαν από τιμή και υπερηφάνεια, από την προσφορά των Γενναίων, που με είχαν προσκαλέσει!
Με το που γύρισα αγκάλιασα τα πλασματάκια μου, τα φίλησα, τους μίλησα, συγνώμη τους ζήτησα και ησύχασα! Όμως το βράδυ παρά τα 900 περίπου χιλιόμετρα, αποκοιμήθηκα αργά, πολύ αργά, μα όμως ανταμείφθηκα!
Ναι είδα κάποιο όνειρο! Δικαίωμα στο όνειρο όλοι έχουμε! Το όνειρο δεν είναι σαν τη ζωή, που σ’ άλλους δίνεται και σ’άλλους όχι! Ναι είδα κάποιο όνειρο, δεν ήταν όνειρο «Ουτοπικό» ήταν όνειρο καλό, ιδανικό και το καλό μας όνειρο πάντα έχει όνομα, διεύθυνση, οδό, αριθμό και κώδικα ταχυδρομικό σε Γη και Ουρανό!
Σπύρος Κίκερης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας