Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ!

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ!

«Η μεγαλύτερη Εορτή απασών των Εορτών
Αγίων τε και Προφητών απασών των Θρησκειών!»

   Ούτε «βουτυρόπαιδο» υπήρξα, ούτε και «μαμόθρεφτο», αντίθετα υπήρξα ένα παιδάκι γεννημένο μέσα στα δράματα της δεκαετίας του ’40, με κυριότερα την πείνα, τη γύμνια και την ανέχεια εν γένει, όπως τα περισσότερά μας!
   Ένα και μόνο στήριγμα είχαμε κι’αυτό στο τίποτα, στο πουθενά, αυτό ήταν η «Μάνα μας»! Στην Ιταλία τη λένε «Σάντα», δηλαδή «Αγία», εδώ εγώ λέξη ή προσδιορισμό ν’αποδώσω την αξία και τη σημασία, που της αναλογεί, ειλικρινά δε βρίσκω!
   Όxι δε βρίσκω γι’αυτό θα εμμείνω σ’αυτό και μόνο μ’ότι στον καθένα μας αντανακλά, στο «Μάνα» δηλαδή, που κατά ένα «ν» υπολείπεται από το «Μάννα εξ’ουρανού», αλλά που τηρουμένων των αναλογιών, θα’πρεπε να γράφεται πάντα με «Μ» κεφαλαίο και τρία «Ν» τουλάχιστον!
   Ξύπνησα στις 10/5/2020 πολύ πρωί, δηλαδή βράδυ, περίπου 05:00, ως συνήθως! Πρόθεση να γράψω τίποτα σχετικό δεν είχα! Όμως δεν πέρασε και πολύ ώρα, που άκουσα σειρήνες έκκωφαντικά μέσα μου να χτυπούν κι’ερινύες θυμωμένα να μου μιλούν, κάνοντας εκκλήσεις, νιώθοντας συνειδητά πως με απειλούν!
   Η συνείδησή μου στροβιλίστηκε έντονα φέρνοντας χιλιάδες αναμνήσεις να με πολιορκούν, σήκωσα τα χέρια ψηλά, παραδόθηκα! Τρία παιδιά η δόλια μόνη της έκανε με τον άντρα της φαντάρο και στα τρία!
   Μετά σκέφτηκα τα «μαγικά» της, πως μαγείρευε, πως μας έθρεψε, πως μας παρηγορούσε, πως μας ανέθρεψε, πως μας έπλυνε, πως ασβέστωνε, πως μας γαλούχησε, πως στο τίποτα μεγαλούργησε!
   Μ’έπιασαν τα δάκρυα στον αναλογισμό του ακροβατικού παιδεμού της, κι’είπα στα χρέη τουλάχιστον να προσπαθήσω ν’ανταποκριθώ, με μια διέξοδο, απ’το ασφυκτικό αδιέξοδο του χρέους να βγω!
   Έπιασα στα χέρια το στυλό κι’άρχισα να γράφω τον καημό, που ένιωθα συνειδητά, από ένα σημείο και μετά πανηγυρικό!
   Ήταν η ώρα 09:34 και’γω έγραφα:


Της Μάνας η Γιορτή!

«Πολλές του Κόσμου οι Γιορτές μα σαν εσέ καμία
συχώρα με Παρθένα μου, γλυκιά μου Παναγία
μόνο σαν Μάνα αν σε δω, έστω κι’αν είσαι Θεία
τότε μ’εκείνη θα σε δω στην ίδια την ευθεία!»

   Πρόσθεσα και δύο φωτογραφίες μία μανούλα που με φόντο μια Ανατολή κράταγε στα χέρια της ένα μωρό και μια Παναγία, που
κράταγε στοργικά στ’άγια της χέρια το Χριστό Μωρό!
   Νόμιζα πως ηρέμησα, όμως δεν πέρασαν κάποιες ώρες, που η ανάγκη, απειλητικά μπροστά μου πρόβαλε!
   Ξανά στη διέξοδο λοιπόν ν’αλαφρώσω απ’το βάρος του χρέους τη ψυχή μου:
   Πήρα μια φωτογραφία της, που έχω στο τζάκι μου, ανάμεσα από τις δυο μου κόρες, την κοίταξα, τη σκούπισα κι’έγραψα:
ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΚΙΚΕΡΗ

«Δε ξέρω που είσαι! Δε ξέρω πως είσαι! Δε ξέρω αν είσαι!
Ένα ξέρω κι'αυτό μου φτάνει, "πως μέσα μου είσαι!»

   Κατακλύσθηκα από μηνύματα συμπάθειας και συμπαράστασης, από τη δημοσίευση που έκανα στο διαδίκτυο!
   Κι’ύστερα πάλι στο χρέος που ένιωθα πως με τίποτα δεν έβγαινε!
Θυμήθηκα ένα ευαίσθητο και μελαγχολικό τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι, που το’πε ο Λάκης Παππάς σε πρώτη εκτέλεση, τόσο ευαίσθητα και μοναδικά, που και’γω δε ξέρω πόσες φορές γι’αυτό έκλαψα! 
   Ήταν το «Μανούλα μου» από το άλμπουμ «Οδός Ονείρων» σε στίχους Ιάκωβου Καμπανέλλη και Μουσική Μάνου Χατζιδάκι, πρώτης κυκλοφορίας 1962! Το’βαλα, τα’κουσα και με το δάκρυ έγραψα, επισυνάπτοντας και το τραγούδι:

«Σήμερα που γιορτάζεις, στο χαρίζω Μανούλα μου!
Ο Λάκης ήταν φίλος μου, ο αδελφός του σκοτώθηκε πρωτοετής Ίκαρος!
Κοινό μας γνώρισμα η μελαγχολία, η Πρέβεζα και η αλληλοεκτίμηση! Όταν άκουσα το θάνατο του αδελφού του ήμουν 5 ετών, με πήγαν στην κηδεία στην Εκκλησία της Παναγίας κι’από το κλάμα σπάραξα! 
Στο μπαμ τιμής των όπλων για το εικοσάχρονο παλικάρι στο Νεκροταφείο τρόμαξα! Το ίδιο και το βράδυ στ’όνειρό μου!
Ήρθα στο κρεβάτι σου τρέχοντας, Μανούλα μου
 μ’αγκάλιασες σφιχτά, με φίλησες αγγελικά, με παρηγόρησες στοργικά!
Όταν το τραγούδι πρωτάκουσα ήμουνα στα 17 εκείνος στα 24, πάλι στο κλάμα σπάραξα, καθώς κάθε φορά που τ’άκουγα!
 Ίσως από τη λέξη ίσως κι’απ το παράπονο της χροιάς του ανυπέρβλητου στο είδος Λάκη, ίσως απ’τους στίχους του:
«Τι να μου κάνουν δάκρυα δυο και στεναγμοί σαρανταδυό
Μανούλα μου!
Τι κι αν το δάκρυ μου νωπό βουβό το στόμα και πικρό
 Μανούλα μου!
Και τρέχω κάποιον για να βρω να με ρωτάει και τον ρωτώ τι θα γενεί, τι θα γενεί ποιος θα πονεί, ποιος θα πονεί
Μανούλα μου, Μανούλα μου!»
   Μετά από λίγο επισύναψα και μία φωτογραφία, όταν εκείνος είχε έλθει στη Λάρισα να με δει, τότε που ήμουν σε πολεμική Μοίρα στην 110 Πτέρυγα Μάχης στη Λάρισα, φθινόπωρο θαρρώ του 1973
και μας έκανε τραπέζι ένας συνάδελφος, μέσα στο αεροδρόμιο!
   Μια συγκινητική φωτογραφία, που στη μία άκρη ήμουν εγώ, πλάι μου ο Λάκης και πλάι του ο Αδελφικός μου φίλος και θαυμαστής εκείνου συνάδελφος Τάσος Σεγδίτσας! 
   Κι’οι δυο έμμελλε να φύγουν πρόωρα από τη ζωή κι’οι δυο απ’την επάρατη ο Τάσος στα πενήντα του, ο Λάκης στην αρχή της δεκαετίας των εβδομήντα του!
   Αργά το βράδυ γράφτηκε ο επίλογος, ας πούμε σαν πανηγυρικός επικήδειος:
«Πολλοί Αναρωτιούνται για της Ημέρας την ιδιαιτερότητα στην Αδυναμία, λες και δε ξέρουν ότι Μάνα είναι μόνο μία!
Η πρώτη επαφή μας με τον κόσμο, η πρώτη μας σχέση! 
Σχέση σημαντική, συναισθηματικά πολυδιάστατη, ερωτική, μοναδική!
   Μια και για σένα ήρθαν στιγμές, χωρίς να γίνεται κι’αλλιώς, πουαπορούσε κι' ο Θεός!

«Στεγνώσανε τα στήθια σου Μανούλα να θηλάζεις
και απορούσε κι’ο Θεός, Μαν’από πού το βγάζεις;»


Η Αγάπη της Μάνας είναι ασυδοσία, λέει η Ψυχολογία κι'αυτό τα λέει όλα, τα πάντα όλα!»
   Αν σας λύπησα, λυπάμαι, δεν το’θελα, ένα χρέος ήθελα να βγάλω, χωρίς να ξέρω κι’αν το’βγαλα, γι’αυτό ας με συγχωρέσετε, όσοι τουλάχιστον μπορέσετε!
                                               Με Τιμή και Συγκίνηση
                                                    Σπύρος Κίκερης.

1 σχόλιο:

  1. Εκείνος που ξέρει που βρίσκεται το θρεπτικότερο λίπος, το ψάχνει στο σωστό σημείο! Βρίσκεται εκεί, κάτω από το "δέρμα" της επιφάνειας!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αφήστε το σχόλιό σας