Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΞΕΧΑΣΩ ΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ!

ΣΠΥΡΟΥ ΚΙΚΕΡΗ

ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΞΕΧΑΣΩ
 ΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ!
   Αντί Προλόγου.

  Η αφορμή του λόγου
   στα αίτια του πόνου!

   Κάτι τέτοιες μέρες!
   Κάτι τέτοιες μέρες, μέρες αγιασμένες, τα τελευταία χρόνια, με πιάνει μια έντονη επιθυμία να επισκεφτώ για μια βόλτα, την πάλαι ποτέ, ένδοξη Αθήνα!
   Αυτή την Αθήνα, που αν εξέλιπε, το στίγμα μας σαν Χώρα οντότητας, κατά την ταπεινή μου άποψη, παρά τους άθλους του Μεγαλέξανδρου, απ’τον χάρτη του σύγχρονου κόσμου θα έλειπε!
   Σ’αυτή την Αθήνα, δε χρωστάμε πολλά, χρωστάμε τα πάντα εμείς, οι αμφιλεγόμενοι πλέον «Νεοέλληνες», που ρισκάρουμε τα μέγιστα, στις σύγχρονες κοινωνίες να γίνουμε παραλειπόμενοι και σαν «Ανθέλληνες» προαλειφόμενοι!
   Να γιατί στη λύση αυτή, σαν μόνη, εδώ και μερικά χρόνια καταφεύγω, στον εαυτό μου να υπενθυμίζω τις ρίζες του και την καταγωγή του, γιατί φοβάμαι, πλέον σοβαρά πως κινδυνεύω, να ξεχάσω, πως είμαι Έλληνας!
   Το που πήγα, και το πώς ένιωσα, ποιητικά το περιγράφω, σε μια επίσκεψη σε ένδοξους τόπους - Ακρόπολη και πέριξ - που έκανα στις 23/12/2018 ημέρα Κυριακή, προπαραμονή της Γέννησης του Χριστού μας!
    Πενήντα χρόνια στον Ουρανό, έμαθα τα ύψη απέξω να μετρώ, κι'όμως είχα την
αίσθηση πως τούτο το Θεϊκό Μνημείο, απ'όπου κι'αν το έβλεπα, ξεπέρναγε τον Ουρανό κι'άγγιζε το Θεό!
    Έκπληκτος κυριολεκτικά έμεινα σαν διάβασα ότι είναι μόνον 156 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και 70 μόνον μέτρα ψηλότερα της Πλατείας Συντάγματος!
   Η Επίσκεψη έκλεισε μ’ένα συμπόσιο για τρεις, στην Ταβέρνα που φέρει το όνομα ίσως του γνησιότερου Έλληνα Πατριώτη, Στρατηγού και ρήτορα, παρά τη μηδαμινή του μόρφωση! 
    Του Ανδρός που στην Ιστορία έμεινε με το προσωνύμιο «Ο Γέρος του Μωριά» για τους άθλους του, τους θανάτους του Πατρός του και του γιου του, τον κατατρεγμό του, καθώς την περιβόητη ομιλία του στην Πνύκα!
 Ομιλία που σαν παρακαταθήκη άφησε στη νέα γενιά και στης οποίας την
αναφορά, τουλάχιστον του προλόγου της, αδυνατώ ν'αντισταθώ: " Εις τον τόπον τούτο, όπου εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό, άνδρες σοφοί και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ και ούτε να φθάσω τα ίχνη των ....!"
  Την Πνύκα μέσα στην εμβέλεια της αύρας της, που πλέον καταμεσήμερο , βρισκόμουνα κάπου εκεί   στα πλακόστρωτα ανηφορικά της Πλάκας, κάτω από τη σκιά της Θεάς Ακρόπολις και του Θεϊκού Παρθενώνα!


 Σ'ένα Συμπόσιο για τρεις, ενός Παλαίμαχου του Πανιωνίου Ποδοσφαιριστή, ενός Γιατρού κι'ενός Αέναου του Νου Ταξιδευτή!




ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΞΕΧΑΣΩ
ΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ!
Δεν θέλω να ξεχάσω, ποιος είμαι και που πάω
τα ίχνη μου να χάσω στο από πού κρατώ!
Δεν θέλω να πεθάνω, πολύ πριν να πεθάνω
προ πάντων να ξεχάσω, πολύ πριν να χαθώ!

Εγώ καλά το ξέρω, παράξενος πως είμαι
και τα δικά μου θέλω δεν είν’εδώ, που ζω!
Γι’αυτό και τέτοιες μέρες, τους δρόμους σβάρνα παίρνω
πάω εκεί που ξέρω, πως θ’αναγεννηθώ!

Το τρένο πάντα παίρνω, που λεν Ηλεκτρικό
Θησείο κατεβαίνω κι’εκεί ανηφορώ!
Στο παρελθόν να πάω σκληρά το προσπαθώ
κι’ίσως τα καταφέρνω, στο χρόνο να δοθώ!
Το στίγμα τώρα πλάι, στον πύργο των ανέμων
εκεί που αντικρίζω, εικόνες που ποθώ!
Στην Πνύκα όταν φτάνω, το λίκνο των Αρχαίων
τα ρούχα μου πετάω, Αρχαίος να ντυθώ!

Φοράω τη χλαμύδα, τον άσπρο μου χιτώνα
στα πόδια τώρα βλέπω, σαντάλια πως φορώ!
Κατόπιν σαν τον ψεύτη, κρυφά αλληθωρίζω
ψάχνοντας στων ματιών μου το Μαγικό κενό!

Τη σκέψη μου πιέζω, ίσως να τη βιάζω
όμως αυτό που θέλω, με κάνει δυνατό!
Και να που καταφέρνω, το χρόνο εκβιάζω
τ’ανέφικτο να κάνω, Θεέ μου, εφικτό!
Σε βράχους ανεβαίνω, που δύσκολ'ανεβαίνεις
Αρχαίους ανασταίνω, Σοφούς περιωπής!
Σωκράτης νιώθω, Πλάτων, Σόλων, Αριστοτέλης
Ερμής του Πραξιτέλους, Κίμων και Περικλής!

Τα μάτια μου δακρύζουν, σε δίνη το μυαλό μου!
Στην Πνύκα πιάνει νύχτα, δίνη στο βλέφαρό μου
 δίνη στο νυσταγμό μου, δίνη και στ’όνειρό μου
και Μάρμαρα θωπεύω, στον αναστεναγμό μου!

Ακρόπολη Θεά μου Θεέ μου Παρθενώνα
Βιώ σ’αρμαγεδδώνα, ακούστ’ένα λεπτό!
Δεν θέλω να γυρίσω στη χώρα που βιώνω
αυτά να ξαναζήσω, που κάθε μέρα ζω!
Αυτή δεν ειν’Ελλάδα, μα σύναξη αχρείων
ξένων και εντοπίων και ποταπών Ταγών!
Κοντεύω να ξεχάσω πως Έλλην είμ’Ελλήνων
κι’απ’το δικός σας γένος, γόνος ευγνωμονών!

Ακρόπολη Θεά μου, Θεέ μου Παρθενώνα
Αφήστε με κοντά σας, για λίγο να σταθώ!
Τα χείλια μου να βρέξω και το στεγνό μου στόμα
στους βράχους π'αναβλύζει τ'αθάνατο νερό!

Βοηθήστε να θυμάμαι τουλάχιστον ποιος είμαι
κοντά σας, σαν με φέρνει, ένας πικρός καημός!
Στον τάφο που θα γράφει, «ω ξειν ενθάδε κείται
τέκνο Ελλάδος βέρο, του Παρθενώνα γιος!»

                                   Με Τιμή
                                      Σπύρος Κίκερης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας