ΣΤΗ ΚΟΝΤΡΑ ΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ
(Η Ετήσια Επίσκεψη στη Γενέτειρα!)
"Απ’ το Στίγμα της Ζωής μου
και το Σχίσμα της Ψυχής μου!"
Διευκρίνιση
Αντιλαμβανόμενος τις δυσκολίες κατανόησης του παρόντος από ανθρώπους, που δεν είναι στην περίπτωση, διευκρινίζω! Ο πόθος και ο νόστος της γενέτειρας, είναι ανάλογος των βιολογικών μας στιγμάτων (ηλικία!) Η αίσθηση του άγνωστου και της μοναξιάς το ίδιο ανάλογη με το πέρασμα του χρόνου!
Ωστόσο αργά, αλλά σταθερά με τους ερχομούς μας, συνειδητοποιούμε ότι ο κύκλος των γνωστών μας αδιάλειπτα μικραίνει, μέχρι να γίνει απόλυτη ανυπαρξία! Αντίθετα η αίσθηση απομόνωσης ολοένα και αυξάνει, μέχρι να γίνει στο μυαλό μας, κυρίαρχη των πάντων απαξία! Τούτη η αδιάλειπτη διεργασία, έχει σαν αποτέλεσμα, μια συνεχώς αυξανόμενη κατάσταση «μελαγχολίας!»
Όμως αυτά δεν μπορούν εύκολα να γίνουν αντιληπτά, από ανθρώπους, που ποτέ δεν έφυγαν από τη γενέτειρα! Γιατί σ’αυτούς ο κύκλος των γνωστών είναι πάντα σταθερός και δεδομένος, ο δε κύκλος απομόνωσης, ανύπαρκτος στο διηνεκές!
«Απών του Ενεστώτος
Παρών του Παρελθόντος!»
Έρχομαι και φεύγω ίδιος ο καημός
χαμός ο ερχομός μου, χαμός ο γυρισμός!
Έρχομαι και φεύγω πλαστός ο ενεστώς
παρών του παρελθόντος αυτό θα πει καημός!
Ο Νόστος αγριεύει, ατίθασο θεριό
ο πόνος ανεβαίνει σα φίδι στο λαιμό!
Οι δυο τους τώρα σφίγγουν να τους παραδοθώ
κι’αυτό που τόσο θέλουν, να μην τους τ’αρνηθώ!
Πατρίδα μόλις θα’ρθω, τα ίδια θα σου πω
τα άσπρα που φοράω, για μαύρα τα θωρώ!
Σα φάντασμα πλανιέμαι και είναι τρομερό
Ζωή, Θεέ, να ψάχνω, στα άψυχα να βρω!
Το δράμα μου αρχίζει, στον Όρκο που πατώ
στο Όρκο που’χω πάρει, εδώ μη ξαναρθώ!
Στο δρόμο που τη ψάχνω χωρίς σταματημό
π’αρχίζει και τελειώνει, κοντά στο πατρικό!
Στην κόντρα του Αιώνος, εγώ και ο καημός
Ισόβιος αγώνας και Γόρδιος δεσμός!
Παρών, απών συγχρόνως, αγώνας τρομερός
αγώνας δίχως τέλος αγών φανταστικός!
Τα ψυχωμένα άγνωστα, τα άψυχα γνωστά
και’συ να λες, χίλιες φορές, κράτα μωρέ καρδιά!
Σε λίγο έτσι αρχινάς τα παραμιλητά
ψυχών σκιές ν’αναζητάς και πρόσωπα θολά!
Και να, το Νου πως καβαλάς κι’αυτά που κουβαλάς
και να, τα σύννεφα περνάς, χωρίς φτερά πετάς!
Και να οικείους συναντάς, με πνεύματα μιλάς
και το παρόν σου προσπερνάς, το πάθος ξεγελάς!
Και να πως αποφεύγεις, τ’αληθινά να δεις
στα άψυχα να ψάχνεις για να μην τρελαθείς
Φαντάσματα να βρίσκεις, για να συντροφευθείς
πως άλλο δεν αντέχεις, ποτέ μην ξαναπείς!
Τον πόνο όμως τούτο μην τον μονοπωλείς
προσπάθησε λιγάκι, καλύτερα να δεις!
Σκληρός είναι στο κλάσμα ο παρανομαστής
πιστός όμως στο Τάμα, πάντα ο Στοχαστής!
Απλά φταίει ο χρόνος κι’ο άσπλαχνος καιρός
αυτός που θεωρείται του Χάρου προπομπός!
Αυτός ειν’ο κανόνας, αμέμπτως ή μεμπτώς
κανόνας αναγκαίος, κανόνας Θεϊκός!
Μα ότι και να κάνεις, μα ότι και να πεις
το ξέρεις θα ξανάρθεις και πάλι θα το δεις!
Το χάπι το χρυσό σου, το ξέρεις αν δεν πιεις
επίγνωση δεν θα’χεις, αν ζεις ή αν δε ζεις!
Επιμύθιο
Και αν εκεί στη βόλτα, που κάνεις να ψαχτείς
σκοντάψεις και μου πέσεις και μου αναληφθείς
πριν το «ενθάδε κείται» της ύστατης γραφής
σκληρά θα παιδευτούνε για ν’αναγνωρισθείς!
Με Τιμή
Σπύρος Κίκερης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας