«Αέναοι του Χρόνου Νοσταλγοί
οι Άνθρωποι οι Αισθηματικοί!»
ΑΦΙΕΡΩΣΗ
καιρούς που όλοι ήμασταν και φίλοι και γνωστοί!
Σε μας που δεν τα βρήκαμε, ποτέ σε άλλη γη
κι’οι νόστοι μας, τον Αύγουστο, κατάντησαν καημοί!
Αύγουστος Θέ μου Αύγουστος μήνας των διακοπών
μήνας του νόστου των καημών, μήνας των νοσταλγών!
Αύγουστος Θέ μου Αύγουστος, μήνας των ερχομών
μήνας του μήνα των μηνών, μήνας των στεναγμών!
Κάτι τέτοιες ώρες, κάτι τέτοιες ώρες
ώρες του Αυγούστου, στην ανεμελιά
πάλι καταφθάνουν, πάνω σε αιώρες
σκέψεις που κινούνται παλινδρομικά!
Άγνωστοι Θέ μου άγνωστοι ανάμεσα σ’αγνώστους
κι’η Πόλη που μας γέννησε αλλιώτικη σ’ανθρώπους!
Άγνωστοι Θέ μου άγνωστοι, απόλυτα στους ντόπιους
κι’από τα νεύρα βλάσφημοι, ανάθεμα στους νόστους!
Κάθε Αύγουστο εδώ! Κάθε Αύγουστο εδώ
σ’ένα τάμα μας δεμένοι μ’ένα γόρδιο δεσμό!
Κάθε Αύγουστο εδώ μέσα στο συνωστισμό
με τον μπούσουλα χαμένο στον προσανατολισμό!
Όλ’αλλάξανε για μας, όλα, κι’όχι μονομιάς
όλ’αλλάξαν λίγο λίγο, στον καημό της ξενιτιάς!
Όλ’αλλάξαν, όλ’αλλάξαν και στις θύμησες ορμάς
μα όσες μέρες κι’αν καθήσεις, απ’αυτές δε ξεκολλάς!
Όλ’αλλάξανε θαρρείς. όλ’αλλάξαν κι’απορείς
όλ’αλλάξαν και νομίζεις, πως στο παρελθόν σου ζεις!
Κι’ολο θαρρείς κι’αναθαρρείς, πως θαρθ’η ώρα να τη βρεις
χωρίς ποτέ να κουραστείς, όσο Θεέ μου κι’αν ψαχτείς!
Ψάχνεις γνωστούς με το κερί, φίλους με το λυχνάρι
κι’η αγορά μοιάζει νεκρή, νεκρό και το λιμάνι!
Πού πήγαν φίλοι και γνωστοί, τι’ναι αυτό το χάλι
αλώθηκε η Πρέβεζα και’μεις Θεέ, χαμπάρι;
Κάτι τέτοιες ώρες, κάτι τέτοιες ώρες
του μεγάλου νόστου, και των νοσταλγών!
Ώρες κατηφόρες, ώρες ανηφόρες
ώρες Σταυροφόρες των σκεπτικιστών!
Κάτι τέτοιες ώρες, αίφνης ξανανιώνεις
χάνεσαι στο χρόνο, νιώθεις πως πετάς!
Κάτι τέτοιες ώρες, όνειρα σαρκώνεις
και στο χρόνο πίσω, πας και πας και πας!
Μα κάπου κοντοστέκεσαι, αντίθετα γυρνάς
κοιτάς προς τον ορίζοντα κι’αντίστροφα μετράς!
Νομίζεις πως τρελαίνεσαι, αφόρητα πονάς
κρατάς σφιχτά τη σιωπή και σε λυγμούς ξεσπάς!
Και ξάφνου Αυγουστιάτικα, μεσ’τους αντικυκλώνες
Θε να ξεσπάσουν θύελλες, μπόρες, βροντές, τυφώνες
τσουνάμια, λαίλαπες, σεισμοί, φωτιές, κι’οργής κυκλώνες
εντολοδόχοι της ψυχής, να πάψουν τις αιώρες!
Αντιπαλεύουν άγρια, οι λύπες κι’οι χαρές
ευθύνες σου γυρεύουνε κι’ας ξέρουν πως δεν φταις
επίμονα σε προκαλούν να βρεις τους νικητές
κι’αδιαφορούν ασύστολα, αν θες ή αν δεν θες!
Ψυχικός Αρμαγεδών κι’υπέρ πάντων ο αγών
άγνωστων και γηγενών, θεωρούμενων εχθρών
κι’όντων υπερβατικών και πτωμάτων ζωντανών
σ’ενα πόλεμο που λήγει, δι’ευχών και προσευχών!
Αυτό όμως το διάβα σου, δεν θα σε βρει αδιάβαστο
κι’ευθύς περνάς στο άβατο, του νου σου το διάφανο!
Εκεί σε ρόλο βάλσαμο, το βάρος σου τ’αβάσταχτο
με το χρυσό το χάπι σου, παύει να είναι βάσανο!
Εκεί στα απροχώρητα, θα μπεις δειλά, δειλά
τα τωρινά επώδυνα, τα μελαγχολικά
και από’κει στ’ αθώρητα και τα φανταστικά
τα παιδικά σου όνειρα και τα εφηβικά!
Να που θαρρείς ο χρόνος, πως οπισθοδρομεί
κι’ο νους γοργά σε πάει σε άλλη εποχή!
Να που ακούς σου κρένει στην άκρα σιωπή
φωνή καλά που ξέρεις, φωνή φανταστική!
Να που θαρρείς μιλάνε ακόμα κι’οι Νεκροί
κι’αναθαρρείς που βλέπεις, κορμιά χωρίς ψυχή!
Να το γιατί η μέρα, η τόσο ζοφερή
χάρμα ιδέσθαι είναι και πλάνη γιορτινή!
Να που το νυφοπάζαρο, το βλέπεις ψυχοσάββατο
και το νεκρό το Λάζαρο, στη βόλτα δίχως σάβανο!
Να που το δώρο τ’άδωρο, στο ρόλο σου τον άχαρο
μπαίνει βαθιά στο άβατο μ’αισθήματα ανάκατο!
Να που Θωρείς υπάρξεις, του πάλαι καλλονές
Πλατωνικά ερωτικές κι’αεί παρθενικές
να μεταλλάσσονται με μιας, σ’αγνώριστες μορφές
που μόλις στις θυμίζουνε, με τη ψυχή σου κλαις!
Να που θωρείς εφήβους, ξανά, αλά παλιά
που λιώνουνε για μια ματιά, που καίει σαν φωτιά
κι’από την ίδια τη ματιά, να τρώνε σαϊτιά
που τους ξεσκίζει την καρδιά, από τη λησμονιά!
Κι’ολο γυρνάς στο πουθενά, σαν άγνωστος στα ξένα
αναπολώντας τα παλιά και τα νοσταλγημένα
κι’ανηφορείς όσο μπορείς, σ’ενα μεγάλο ψέμα
νιώθοντας μαύρα πως φοράς και χιλιοφορεμένα!
Γύρος νιώθεις του θανάτου, ναυαγός του περιπάτου!
Νόσος νόσου ανιάτου, νόσος ετοιμοθανάτου!
Νόθος νιώθεις, νόθου τόπου! Νόστος νιώθεις, νόθου νόστου!
Βασιλιάς εκπτώτου θρόνου! Όρκος σκλάβου επιόρκου!
του Αγίου Νόστου του Αυγουστιανού
κι’ήγγικεν η ώρα του μεγάλου Όρκου
όρκου προδοσίας, δείπνου μυστικού!
Καλές μου Φίλες, καλοί μου Φίλοι, Καλό σας Μήνα!
Καλές διακοπές με καθόλου λύπες κι'άφθονες χαρές!
Νοσταλγία!
ΑπάντησηΔιαγραφή(Ίδιον απάντων των ζώντων)