«Τι να πεις;»
Τι να πεις γι’αυτούς τους Ήρωες Θεέ μου; Τί να πεις, γι’αυτούς, Θεέ μου, τι να πεις; Που ότι και να πεις για ’κείνους θα’ναι λίγο, που ότι και να γράψεις, θα ματαιοπονείς!
Στο ύψος τους να φτάσεις ποτέ δεν θα μπορέσεις κι’αν κάποτε θα φτάσεις εκεί δεν θα τους βρεις! Ψηλότερα από σένα αυτοί πάντα θα είναι σε θέσεις Παραδείσου, θέσεις περιωπής!
Σε άβατα Αγγέλων Γενναίων και Ηρώων η πρόσβαση κλεισμένη για τους κοινούς θνητούς! Κι’ αν θες αυτούς να βλέπεις μόνο η σκέψη μένει εικόνες να σου φέρνει από τους Ουρανούς!
Μα κι’αν αυτό δε στέργει και σ’απογοητεύει, ποτέ ποτέ μην πάψεις, σκληρά να το παλεύεις σ’ότι σ’αυτούς αρμόζει να ανταποκριθείς με κάποιους στίχους έστω, την τέχνη τους αν ξέρεις!
Τις λέξεις, που ταιριάζουν, προσπάθησε να βρεις κι’αν δεν τα καταφέρεις τουλάχιστον ας ξέρεις επάξια το χρέος να βγάλεις προσπαθείς, με δάκρυα στα μάτια και με λυγμούς Ψυχής!
ΑΪΤΟΙ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΑΪΤΟΙ !
«Νεκροί ή Ζωντανοί!»
Αϊτοί και Σταυραϊτοί, το ίδιο κάνει περήφανοι αεί, όπως και να’χει!
Νεκροί ή Ζωντανοί δεν τους πειράζει ο θάνατος αυτούς δεν τους τρομάζει!
Η Δόξα απ’τις Μοίρες
τους πηγάζει κι’ο Χάρος, για χατίρι τους, αλλάζει!
Νωρίς, πολύ νωρίς, κάποιους Θα πάρει Ουράνιους, για πάντα, να τους κάνει!΄
Αϊτοί και Σταυραϊτοί, αεί standby και κάθε που τηλέφωνο χτυπάει σαν πει ότι εχθρός παραβιάζει! Σειρήνα και χαμός ακολουθάει! Στροφές ο κινητήρας ανεβάζει φωτιές καυσαερίων τώρα βγάζει! Ορμούν οι Αετοί, Εχθρός βιάζει! Λυκόφως, λυκαυγές, ημέρα, βράδυ!
Το αίμα τους ηφαίστειο που βράζει! Σε λίγο στα Ουράνιθ’αστράφτει! Τα νεύρα τους ατσάλι, που δε σπάει το αίμα τους πια λάβα, που κοχλάζει! Αϊτοί και Σταυραϊτοί μαζί στην πάλη η Μοίρα τους κοντά, όπως και να’χει! Εκείνη επιλέγει ποιους θα πάρει κι’εδώ η διαφορά είναι μεγάλη!
Αθάνατοι οι μεν Θνητοί οι άλλοι! Ουράνιοι οι μεν στη Γη οι άλλοι! Που χάθηκαν νωρίς, ναι, πες χαλάλι! Αρχάγγελοι οι μεν κοινοί οι άλλοι! Μνημεία, αδριάντες , μα όλοι Άντρες ! Αϊτοί και Σταυραϊτοί, Μοίρας καμάρι! Μεγάλη σου Θεούλη μου η Χάρη! Με αίμα το καντήλι τους ανάβει και’κει θαρρείς, πως σβήνει, ξανανάβει!
«Ιπτάμενοι και Άγγελοι!»
Ιπτάμενοι και Άγγελοι
έχουν πολλά κοινά μ’ακόμα περισσότερα αυτοί που’ναι ψηλά! Αυτοί που φύγαν άξαφνα
γι’άστρα αλαργινά κι’ας τους περίμεναν στη Γη γυναίκες και παιδιά!
Αυτούς, που υποδέχτηκαν όντα Ουρανικά να τους τιμήσουν ξέχωρα κι’αποθεωτικά!Να τους αλλάξουν φορεσιά, με άσπρα και χρυσά Αγγέλους να τους στέψουνε με δάφνινα φτερά!»
«Μα είναι Δύσκολο!»
«Μα είναι λεπτό και δύσκολο γι’αγγέλους να μιλάς κι’αναληφθέντες Σταυραϊτούς στη Γη να συναντάς! Θαρρώ όμως πιο δύσκολο τα λόγια να μασάς και να Δοξάζεις το Θεό, την ώρα που πονάς! Μα να που της εξαίρεσης η ώρα δεν αργεί που θε ν’αλλάξει την οργή, μ’ευχή και προσευχή!»
«Πάντα Ελπίζαμε!»
Όλοι γκαζώναμε μ'ελπίδα στο Θεό φτερά ανοίγοντας σε τόλμης πηγαιμό! Κι’όλοι δενόμασταν με Γόρδιο Δεσμό σ’αυτό που κάναμε το υπερβατικό! Πάντα ελπίζαμε σε σώο γυρισμό τη Γη ν’αγγίξουμε ξανά με το καλό! Μα κάποιοι άλλαζαν θαρρείς προορισμό για πάντα μένοντας ψηλά στον Ουρανό!
Μαντάτο άσπλαχνο μαζί και ξαφνικό που κάπου έμοιαζε Θεέ με Φονικό! Το γάλα πάγωνε στης Μάνας το μαστό τα λόγια κρύβονται, θολώνει το μυαλό! Η σιωπή σπάει τα τύμπανα θαρρώ μα οι καμπάνες στο δικό τους το Ρυθμό! Και’γω να μπλέκομαι ανάμεσα στα δυο μ’άγριο μάτι και το βλέμμα μου θολό!
Κάπου αισθάνομαι αφόρητα πονώ κι’ίσως Αρχίζω Θέμου να μοιρολογώ! Αν αμαρτάνω, πρέπει να συγχωρεθώ μάτια υψώνω και κοιτώ τον Ουρανό! Μα τότε μένω με το στόμα ανοιχτό αυτό που βλέπω Θέ μου είναι τρομερό! Μα ότι βλέπω, να το πω, δεν το τολμώ Θεέ μου τρέμω, μη με πάρουν για τρελό!
Βλέπω Αγγέλους να πετούν στον Ουρανό να’χουν Θεέ μου τον υιό σου Αρχηγό! Τώρα πια ξέρω τι και ποιο σε ποιον θα πω σ’αυτόν Θεέ μου, που ονόμασες Χριστό! Αυτόν που σταύρωσες για όλων το καλό, Αυτόν που όρισες σ’αγγέλους πλοηγό! «Θαρρώ Χριστέ μου πως θωρείς ότι και’γω και δε λαθεύω στην Εικόνα που θωρώ!
Μα αίφνης νιώθω πως ξανά παλινδρομώ αν χαίρω μήπως ή αφόρητα πονώ φοβάμαι έμπλεξα το Θείο με Θνητό κι’εκεί αισθάνομαι σε παραλογισμό! Πέφτω σε vertigo Χριστέ και τι να πω που στροβιλίζομαι σε Γη και Ουρανό άλλο δε μένει απ’το να προσευχηθώ σε Ικετεύω, βόηθα Θέμου να σωθώ κι’από τις Σκέψεις μου αν θες να λυτρωθώ, κι’ας μοιάζουν λύτρωση Θεέ τ’ομολογώ, μ’αυτά που βίωσα και που θαρρώ πως δε ξεχνώ!
«Η ώρα Φτάνει στου Ονείρου το Σταθμό!»
Χιλιάδες σκέψεις, στροβιλίζουν στο μυαλό καυτό το δάκρυ που ποτίζει τον καημό! Τα μάτια κλείνω και το δάκρυ σταματώ! Η ώρα φτάνει στου ονείρου τον σταθμό! Σε άλλο κόσμο τώρα βρίσκομαι θαρρώ με Συναδέλφους Αρχαγγέλους συζητώ! Μα κάπου τρέμω πρέπει να προσευχηθώ στην προσευχή μου, ξέρω πως θα λυτρωθώ!
Σ’ερημοκλήσι να τραβήξω δεν αργώ στο μισοσκόταδο το βήμα μου αργό! Ήχους ακούω σε ψαλμό ομαδικό και Αγιοκέρι, στο’να χέρι μου κρατώ! Στην πόρτα φτάνω με το δέκατο Σταυρό την πόρτα σπρώχνω, και στον ύπνο μου σκιρτώ! Μια Ηλιαχτίδα μου χαϊδεύει το μυαλό τα μάτι’ ανοίγω μα τα κλείνω στο λεπτό!
Ποτέ μου όνειρο δεν άφησα μισό πάρε με ύπνε δυο λεπτά σ’εκλιπαρώ! Σε τέτοια Σύναξη πως θα ξαναβρεθώ πάρε με ύπνε δυο λεπτά, σ’ευχαριστώ! Μια Ηλιαχτίδα επιμένει να εγερθώ, μα’γω αρνούμαι και το σκότος προτιμώ! Μα το Μορφέα να νικήσω δε μπορώ κι’ας με το μάτι μου Θολό το Προσπαθώ!
Με Τιμή,
Συγκίνηση και Υπερηφάνεια!
Σπύρος
Κίκερης.
ΥΓ. Ελπίζω και του χρόνου να μπορώ σε τέτοιες επετείους να παραβρεθώ προσδοκώντας με τη σκέψη στον Αστερισμό του Αριστερισμού να μπορέσω να βρεθώ και να δω μ’άλλο Θεέ Χρωματισμό, και όχι σε μισοσκόταδο και βαθύ Σκοταδισμό!
Όσο για τους Σημερινούς Αμετανόητους και
εμμονικούς Ρεβανσιστές, μια και μόνο έκκληση! Δείτε τους Μετανοημένους μεγάλους
της Ιστορίας σας και της Ιδεολογίας σας, τον Λεωνίδα Κύρκο, το Χαρίλαο Φλωράκη
- τον άλλοτε Καπετάν Γιώτη - και τον Μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη στην Ιστορική του
Ομιλία για το Μακεδονικό! Και να θυμάστε, έστω κι’αν δεν εξιστόρησα τα οικτρά,
φριχτά σας λάθη, γιατί θα δυσκολευόμουν να τελειώσω ξαναβιώνοντας τη φρίκη ότι: «Μόνον η Αποδοχή των Λαθών,
οδηγεί στην Παραδοχή Αυτών,
κατευνάζοντας και διαγράφοντας την
εμμονή των Παθών!
Να είστε καλά!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσης!
ΑπάντησηΔιαγραφή