Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

ΡΕΚΒΙΕΜ ΕΡΩΤΙΚΟ!



   C:\Documents and Settings\user\Επιφάνεια εργασίας\Εικόνα1.jpg
ΣΠΥΡΟΥ ΚΙΚΕΡΗ


«ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΜΙΑ ΦΙΛΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΙΡΑΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑ»
ΡΕΚΒΙΕΜ ΕΡΩΤΙΚΟ


‘‘ Ρέκβιεμ, Θεέ, ονειρικό, ουράνιο και υπερβατικό!
Ρέκβιεμ, που γράφω και ριγώ, μα ντρέπομαι, Θεέ μου, να το πω! ’’


Ήμουν σε λήθαργο βαθύ, βαρυπενθούσα
σ’ονειρο βλέποντας, θολά, πως περπατούσα!
Μέσα σ’ ομίχλη τρομερή, μελαγχολούσα
κι’αυτό που ζήσαμε μαζί, αναπολούσα!


Σ’έψαχνα μέσα στου ονείρου τη σοφία
και μία λίμνη που τη λεν Αχερουσία
εκεί που ψάχνουν των ψυχών την πεμπτουσία
με την ελπίδα που τη λεν αθανασία!


Σ’ήθελα τόσο, τη βαριά ετούτη νύχτα
για μια υπέρβασης βραδιά, με ασυλία!
Όμως Θεέ, πάλι μου μοιάζει αμαρτία
και το χειρότερο με ιεροσυλία!


Στο πρόσωπό μου, μια γλυκιά μελαγχολία
αλλοιωμένη απ’την τόση αγωνία
μοιάζει υπέρβαση σε μια σεμνοτυφία
που σε περίμενα για μια μυσταγωγία!


Άξαφνα είδα, μια σκιά, σαν οπτασία
ήσουν εσύ, χωρίς καμιά αμφιβολία!
Τον φόβο έκρυψα, τον τρόμο, τη δειλία
και σε αγκάλιασα, με πάθος και λατρεία!

Εστία το κορμί σου σαν Ηφαίστειου Λάβα
πενία το κορμί μου, σαν Ιέρειας τάμα!
Χαρήκαμε ψυχή μου, το κάναμε το θαύμα
μ’από την επαφή μας, ακόμα ένα τραύμα!


Εικόνες μου ονειρικές, εικόνες μαγικές μου
εικόνες μου φανταστικές, εικόνες ζωγραφιές μου!
Εικόνες υπερβατικές, φαντασμαγορικές μου
εικόνες μου τρομακτικές, εικόνες μαχαιριές μου!


Ώρα πώς γρήγορα περνάς σαν είσαι ευτυχία
και πόσο βίαια τραβάς του χρόνου τα ηνία;
Μα πώς αντέχεις να με πας, ξανά στη δυστυχία
και να με βλέπεις σαν κερί, να λιώνω κάθε νύχτα;


Σου το’χω πει κι’άλλες φορές ώρα κακιά
πως με δαγκώνει σαν οχιά η μοναξιά
και όσα βλέπω με τα μάτια ανοιχτά
όλα μου μοιάζουν μια αέναη ψευτιά!


Ώρα σταμάτα, αν πονάς, του χρόνου την κλεψύδρα
κι’ άσε με στ’όνειρο να ζω, μια μαύρη κι’άγια νύχτα!
Μα πάγωσέ μου τη σκηνή σαν τον φιλώ στα χείλια
και κάρφωσέ την ύστερα σ’ένα κοινό μας μνήμα!


Αν κάτι άλλο προτιμάς, κάνε με νυχτερίδα
νύμφη της λίμνης, νούφαρο, κύκνο, πυγολαμπίδα
γκιώνη, τριζόνι, ξωτικό και στοιχειωμένο κύμα
μια και αυτό εγώ που ζω, είναι μεγάλο κρίμα!


Και’ συ, που βλέπεις και μ’ακούς στο δι’ευχών
εσύ που είσαι ο απόλυτος απών
και των ονείρων μου, ο μόνιμος θαμών
αρκείσαι να’σαι τιμητής των Ουρανών!


Πνεύμα μου δύστροπο και μελαγχολικό
πνεύμα ουράνιο και υπερβατικό
κι’έτσι που έρχεσαι, σ’υπερευχαριστώ
αρκεί να έρχεσαι, το μόνο που ζητώ!


Κι’αν είναι τ’όνειρο φριχτό όταν ξυπνώ
εγώ να ξέρεις πως απόλυτα το ζω
κι’αυτό το ξέρω απ’το παραμιλητό
που δεν αρνούμαι, πως το μαγνητοφωνώ!

Πάντα αρχίζει με τη λέξη σ’αγαπώ
κι’έναν ευχάριστο, γλυκό μου οδυρμό
κάθε που βράδυ, στ’ όνειρό μου θα σε δω
να μου ανοίγεις τα ουράνια στα δυο!


Για να σε χαίρομαι, νεκρό και ζωντανό
σα δισυπόστατο, υπέρτατο θνητό
και να σε νιώθω, γητευτή θαυματουργό
σαν με βοηθάς, μ’αξιοπρέπεια να ζω!












Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας